Η Περσεφόνη έστρεψε το βλέμμα της στο ρολόι του καμπαναριού. Ο έβδομος κτύπος ήταν ο τελευταίος και οι δείκτες έδειξαν ακριβώς επτά. Επτά ακριβώς η καμπάνα του εσπερινού άρχισε να κτυπά. Στην συνέχεια η Περσεφόνη στράφηκε προς τη δύση και κοιτούσε κατάματα τον μισοβυθισμένο στον ορίζοντα ήλιο. Η καμπάνα του εσπερινού έπαψε να κτυπά κάποια στιγμή και ο αντίλαλος της ηχούς εξασθενούσε σιγά-σιγά ώσπου έσβησε και αυτός τελείως. Ο Αφεντάκης είχε εγκαταλείψει το μνήμα του γιού του τελευταίος και έφθασε στην είσοδο του χωριού. Με τον τελευταίο ήχο της καμπάνας το μοιρολόι του την ώρα αυτή όπως και κάθε μέρα μετά την καμπάνα του εσπερινού, άρχισε. Ήταν το μοιρολόι για το γιό του τον αδικοχαμένο που άρχιζε την ώρα που έδυε ο ήλιος.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.