Τ’ αυτοκίνητα περνούσαν από μπροστά του σε ακανόνιστα διαστήματα, αφήνοντας στ’ αυτιά του το μονότονο ήχο από την επαφή των βρεγμένων ελαστικών με την άσφαλτο.
Τριγύρω τα ψηλά σπίτια, σφιχτοκολλημένα μεταξύ τους, μοιάζαν να τρέμουν σαν ζωντανοί οργανισμοί από τα παιχνίδια που έκανε το φως με την κίνηση στα λασπόνερα. Από πάνω του φώτα χλωμά που τρεμόσβυναν σα ν’ αργοπέθαιναν και πιο πάνω ακόμα η νύχτα που ‘χε ξαπλώσει βαριά, φουσκωμένη και αβέβαιη. Στα σπλάχνα της τα γιομάτα σύννεφα κάνανε συμβούλιο για να παρθεί το γρηγορότερο η απόφαση να ξελαφρώσουν.
– Εγώ λέω, έλεγε το ένα σύννεφο, να ρίξουμε καμιά βροχούλα ακόμα ξεγυρισμένη να τους κάνουμε λούτσα τους ανθρώπους για να γελάσουμε λιγάκι.
– Θα προτιμούσα το χιόνι, έλεγε το άλλο, που έχει πιο χάζι άλλωστε Γενάρης είναι πια.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.